Έχετε αναρωτηθεί ποτέ, τελικά πόσο καλό είναι για ένα παιδί να ανατραφεί από έναν «καλό» γονιό; Αν σας λέγαμε ότι μια από τις μεγαλύτερες ατυχίες που μπορεί να έχει ένα παιδί, είναι το να ανατραφεί από έναν «καλό» γονιό, θα φαινόμασταν υπερβολικοί; Και για να το κάνουμε πιο συγκεκριμένο, να ορίσουμε τι εννοούμε με τον όρο «καλός» γονιός. Οι «καλοί» γονείς είναι αυτοί που έχουν τόσο πολύ εμπλακεί με τα παιδιά τους ώστε πιστεύουν ότι πρέπει να κάνουν το κάθε τι γι’ αυτά.
Αυτοί, λοιπόν, οι «καλοί» γονείς μπορούν να γίνουν υπηρέτες των παιδιών τους. Ελέγχουν αν τα παιδιά ξυπνούν στην ώρα τους και ντύνονται σωστά. Τα συμβουλεύουν συνέχεια: «Να είσαι καλό παιδί», «Κούμπωσε το παλτό σου», «μη ξεχάσεις τα βιβλία σου», «γυάλισε τα παπούτσια σου» κλπ. Ψάχνουν συνέχεια, προσπαθώντας να «κατασκοπεύσουν» κάθε κίνηση του παιδιού. Ακόμα τα βοηθούν υπερβολικά με τα μαθήματά τους και πολλές φορές τα κάνουν οι ίδιοι οι γονείς προκειμένου το παιδί τους να έχει καλούς βαθμούς και να πηγαίνει διαβασμένο στο σχολείο. Επίσης, ρωτούν συνεχώς: «πώς τα πήγες σήμερα στο σχολείο», «για να δω τους βαθμούς σου», «βγάλε τα ρούχα σου», «φόρα άλλα ρούχα», «φάε το φαγητό σου», «κάνε γρήγορα και πέσε στο κρεβάτι» κ.α.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να πούμε ό,τι στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι «καλοί» γονείς έχουν καλές προθέσεις. Εντούτοις, αυτή τους η συμπεριφορά στερεί τα παιδιά από την αίσθηση της αυτοπεποίθησης και την ανεξαρτησία. Οι «καλοί» γονείς παίρνουν πάνω τους την ευθύνη για κάθε τι που κάνουν τα παιδιά τους, επειδή πιστεύουν ότι η συμπεριφορά των παιδιών τους, φανερώνει τη δική τους ικανότητα ως γονιών. Επειδή, λοιπόν, ενδιαφέρονται πολύ για την εικόνα που παρουσιάζουν στο περιβάλλον τους, αναλαμβάνουν όλες τις ευθύνες των παιδιών τους (έτσι ώστε τα παιδιά τους να φαίνονται πάντα «καλά παιδιά»). Ενώ θα έπρεπε να σεβαστούν τα παιδιά τους και να τ’ αφήσουν να διδαχτούν από την πείρα της ζωής, τα λυπούνται και τα προστατεύουν από όλες τις συνέπειες ενώ τα εμποδίζουν και από το να μάθουν μόνα τους. Αυτό που συμβαίνει συνήθως, είναι ότι κρατώντας τα εξαρτημένα νιώθουν οι ίδιοι ότι αξίζουν.
Αν, ωστόσο, πιστεύουμε στη δημοκρατική αντιμετώπιση και επιδιώκουμε να μεταχειριστούμε τα παιδιά μας ισότιμα, πρέπει να τους επιτρέψουμε να παίρνουν αποφάσεις και να υφίστανται τις συνέπειες, θετικές ή αρνητικές (αποκλείοντας φυσικά τις επικίνδυνες καταστάσεις). Πρέπει, επίσης, να τους έχουμε εμπιστοσύνη ότι μπορούν να μάθουν από τις εμπειρίες τους.
Οι «καλοί» γονείς στερούν τα παιδιά τους και από τη ευκαιρία να μάθουν τι σημαίνει αμοιβαίος σεβασμός. Αφού όποτε οι γονείς ελέγχουν, κυριαρχούν, υπερπροστατεύουν ή λυπούνται, δε σέβονται το παιδί τους. Ενώ όποτε επιτρέπουν στον εαυτό τους να γίνει «χαλί» που το πατούν, δεν σέβονται ούτε τον ίδιο τους τον εαυτό. Ενώ, επίσης, και στις δυο περιπτώσεις δεν βοηθούν τα παιδιά τους στο να μάθουν να σέβονται τα δικαιώματα των άλλων.
Τελικά ποιος είναι ο πραγματικά καλός γονιός; Αυτός που σφυρίζει αδιάφορα ή αυτός που είναι επάνω κατά πάνω στο παιδί του; Η αλήθειαμάλλον είναι κάπου στη μέση. Θα προσπαθήσουμε να γίνουμε περισσότερο διαφωτιστικοί δίνοντας ένα απλό παράδειγμα καθημερινής συμπεριφοράς.
«Ας υποθέσουμε ότι ο Κώστας και ο φίλος του παίζουν μπάλα στο σαλόνι. Η μητέρα σταματάει το παιχνίδι λέγοντας: Λυπάμαι παιδιά, αλλά η μπάλα μπορεί να σπάσει διάφορα πράγματα εδώ μέσα. Μπορείτε να παίξετε με κάτι άλλο ή να βγείτε έξω να συνεχίσετε τη μπάλα. Τι προτιμάτε από τα δυο;»
Η ήρεμη στάση της μητέρας καθορίζει τα δικαιώματά της – να ζήσει μέσα σε ένα τακτοποιημένο σπίτι – ενώ σέβεται και τα παιδιά (άλλωστε παιδία είναι και πρέπει να παίξουν), δίνοντάς τους την επιλογή να διαλέξουν μια άλλη, παραδεκτή διασκέδαση, ή άλλο χώρο για να συνεχίσουν το ίδιο παιχνίδι.
Τελικά, αντιθέτως με τους «Καλούς» γονείς, οι «Υπεύθυνοι γονείς», όπως η μητέρα που αναφέραμε στο παράδειγμά μας, ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο να καλλιεργήσουν στα παιδιά τους το αίσθημα της υπευθυνότητάς και της αυτοπεποίθησης παρά να προστατεύουν την δική τους θέση μέσα στην κοινωνία των ανθρώπων που τους περιβάλουν. Οι «Υπεύθυνοι Γονείς» αφήνουν στα παιδιά τους την εκλογή και τους προσφέρουν έτσι τη δυνατότητα να έχουν την εμπειρία από τα αποτελέσματα των αποφάσεών τους. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το σημαντικότερο καθήκον για τον κάθε γονιό δεν είναι άλλο, από το να προετοιμάσει το παιδί του να βγει έτοιμο, γεμάτο αυτοπεποίθηση και ανεξάρτητο στην κοινωνία. Γιατί μόνο έτσι θα ανταπεξέλθει στους δύσκολους καιρούς τους οποίους διανύουμε.
Κωστόπουλος Παναγιώτης
Ψυχολόγος
Υποψήφιος Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών
Επιστημονικός Διευθυντής εταιρείας Αμφιάραος Παιδί & Οικογένεια Ε.Π.Ε.
Καταχώρηση Μηνύματος